Skip to main content
Πέμπτη 09 Μαΐου 2024
Τελώνου και Φαρισαίου

Ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερα φιλόδοξος. Είχα βέβαια παιδί μία φιλοδοξία, να γίνω αστροναύτης. Αλλά με προδιαγεγραμμένη κακή όραση, εκφυλιστικά από τα 16 (η οποία διορθώθηκε στα 61 από έναν καλό γιατρό σε δημόσιο νοσοκομείο με επέμβαση καταρράκτη όταν κάτι μαστόρεψε με τους φακούς και βλέπω πλέον χωρίς γυαλιά, όχι τέλεια αλλά πολύ καλύτερα απ' ό, τι έβλεπα όλα αυτά τα χρόνια με γυαλιά), εγκατέλειψα τη μοναδική αληθινή φιλοδοξία. Στη ζωή έκανα πράγματα που με ευχαριστούσαν, πιστεύω καλά, μέχρι να τα βαρεθώ για κάτι καινούργιο να πιάσω αυτό και να εγκαταλείψω τα προηγούμενα. Έτσι δεν μπορώ να καυχηθώ για πράγματα που κάνω καθώς έρχονται και παρέχονται - έτσι κι αλλιώς αλλά ούτε έτσι ούτε κι αλλιώς. Λίγο σαν τον Bowie στο Ashes to ashes μα, δυστυχώς, ποτέ σαν το Μajor Tom. Όχι ότι δεν φλεξάρω όπως λένε οι νέοι, αλλά το κάνω κυρίως για μέρη που πηγαίνω και τα βρίσκω όμορφα. Μπορεί να 'ναι το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μου, μπορεί να είναι η Ιαπωνία. Έτσι η μοναδική παραμένουσα φιλοδοξία, αν μπορούσε να το πει κάποιος, είναι να πάρω σύνταξη και να έχω τη δυνατότητα οποιαδήποτε στιγμή να έχω έτοιμη μια βαλίτσα.

Ποτέ λοιπόν δεν έκανα ιδιαίτερες προσπάθειες για να σώσω τους φτωχούς, την πατρίδα ή τον πλανήτη - άσχετα με το γεγονός ότι πάντα την άποψή μου την είχα - βεβαίως. Όπως μου είπε και μία φίλη συνδικαλίστρια: τί να σε κάνω; - τα χέρια σου ποτέ δεν θα τα λερώσεις.

Του Τελώνου και του Φαρισαίου σήμερα και ξεκαθαρίζω με ειλικρίνεια ότι βαριέμαι όσους καθαρά και διαρκώς δείχνουν πόσο λερωμένα είναι τα χέρια τους από κάθε είδους δίκαιης προσπάθειά τους.

Σήμερα λοιπόν μου έτυχε κάτι περίεργο και το καταθέτω εδώ. Πριν βγω για τον καφέ μου σκότωσα με το παπούτσι ένα μικρό σφαλάγγι, μια αραχνούλα και την πέταξα. Όταν είμαι στην εξοχή δεν τις σκοτώνω, τις παγιδεύω με ποτήρι και χαρτί και τις πετάω έξω για να τρώνε τα κακά έντομα. Δεν καυχιέμαι γι' αυτό. Μέσα στο διαμέρισμα όμως δεν το σκέφτομαι καν, μπαμ και κάτω, αν και σπανιότατα βρίσκω αράχνη στο διαμέρισμα. Και θα το είχα ξεχάσει αλλά την ώρα που έπινα τον καφέ εμφανίστηκε αυτή η ζωγραφιά στο Facebook χαζεύοντας μια σελίδα από αυτές που συνεισφέρουν στη σωτηρία του πλανήτη.

Η ψυχή του ανθρώπου βαραίνει με 21 γραμμάρια. Λένε. Αντίστοιχα, πόσο να βαραίνει η ψυχούλα μιας μικρής αράχνης; Ένα σκρολάρισμα που επιβραδύνει τον αντίχειρα, αρκετό το βάρος όμως απ' την περίεργη σύμπτωση ώστε να μου ξυπνήσει διάθεση να καταγράψω το συμβάν. Τυχαίο συμβάν που συνοδεύουν τυχαίες σκέψεις και τις δένω μαζί στην επίσημη τιμητική της σημερινής Κυριακής όπως αποφασίστηκε αιώνες τώρα.

Σύντομες σκέψεις και στιγμές, τις μαζεύω όπως συνήθως, λίγο από εδώ λίγο απ'εκεί, για να βγάλουν νόημα σε μια ζωή που σκαρφαλώνει στη σκαλωσιά του χρόνου.

Το έγραψε κι ο άγνωστος ποιητής:

The itsy bitsy spider went up the water spout.

Down came the rain and washed the spider out.

Out came the sun and dried up all the rain.

So, the itsy bitsy spider went up the spout again.

Η μόνη ζωή που γνώρισα.