Skip to main content
Σάββατο 14 Ιουνίου 2025
με τον τρόπο της Καρυωτάκη

Έχω μπει σε ευθεία συνταξιοδότησης, Θεού θέλοντος στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Άρχισα και χαρτογραφώ ταξίδια, όχι μακρινά. Όσο κι αν απολαμβάνω τα μεγάλα ταξίδια, όταν βρίσκομαι έξω από τα νερά μου, τα χωρικά μου ύδατα, προσδοκώ πάντα με ανυπομονησία την επιστροφή.

Χαρτογραφώ λοιπόν ταξίδια εντός Ελλάδας, θέλω να γνωρίσω καλύτερα τους υγροτόπους της, να έχω την άνεση να περάσω αρκετές μέρες σε γεωγραφία όπου το γλυκό νερό σμίγει με το θαλασσινό σε πλατιά ζώνη υφάλμυρου και δημιουργεί ιδιαίτερο τοπίο. Έχω ταξιδέψει σε τέτοιες τοποθεσίες, είτε για δουλειά, είτε ως τουρίστας, αλλά δεν είχα το χρόνο να το βιώσω με τον όμορφο τρόπο που η Ισμήνη Καρυωτάκη το βίωσε όταν κατέγραψε στο Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα την εμπλοκή της στη μετατροπή παλιού αντλιοστασίου στη λιμνοθάλασσα της δυτικής Μεσσηνίας σε κέντρο επίσκεψης - αρχιτεκτόνισσα στο επάγγελμα. Κάτι που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε αλλά της έδωσε την αφορμή να αναφερθεί στην εμπειρία της με κείμενο που απεκάλεσε επίσημο οδοιπορικό ή “ο καιρός των νερών”. Κατά τη γνώμη μου το δεύτερο ταιριάζει περισσότερο στο κείμενο καθώς μιλάει για τους μεγάλους παράκτιους υγροτόπους στην Ελλάδα, το φυσικό και πολιτισμικό τους τοπίο, περνώντας τα με δεξιοτεχνία από πρίσμα του δικού της νου, με αποτέλεσμα να προβάλει παράλληλα κι ένα πανέμορφο εσωτερικό τοπίο.

Η Καρυωτάκη μιλάει για παράκτιους υγροτόπους. Υπάρχουν επίσης και οι λίμνες της χώρας μας, με τις παραλίμνιες ζώνες. Θυμάμαι μία φορά οδηγούσα κατά μήκος της βόρειας ακτής της Τριχωνίδας, σε μια πλαγιά με μεγάλη κλίση. Με προσλαμβάνουσες που έχουν γαλουχηθεί αποκλειστικά στο σμίξιμο του αλμυρού νερού με τη στεριά, απόρησα με την αλλόκοτη αίσθηση που έδινε το φως που ανηφόριζε κάτω από το νερό της λίμνης, μέσα από οπωρώνες που έδειχναν να σταματούν στα πόδια του.

Άφησα το αμάξι και περπάτησα σε ένα περιβόλι, το μονοπάτι με έφερε ως κάτω στην όχθη της λίμνης όπου κυδωνιές έφταναν μέχρι το νερό και το άγγιζαν και από τα δέντρα ήταν πεσμένα κυδώνια που σάπιζαν σε χώμα αφράτο, το πόδι βυθιζόταν βαθιά στο χώμα και σε νεκρή φυτική ύλη, ήταν Σεπτέμβρης και ο ήλιος έγερνε.

Έτσι πρέπει να ήταν η ακτή των λωτοφάγων, σκέφτηκα.

Τέτοιες ακτές χαρτογραφώ και επιθυμώ να επισκεφτώ, όλες κοντά στο σπίτι μου, που για να καταφέρω όμως να θωρήσω πρέπει αρχικά να ασκήσω το νου μου στον τρόπο της Καρυωτάκη.