Skip to main content
Σάββατο 20 Απριλίου 2024
O φυλαξ

O Φύλαξ των Ηλυσίων Πεδίων, προς τα τέλη του δεκάτου μηνός, που Δεκέμβριον ωνόμαζαν οι δυτικοί λαοί, θα βαρούσε μύγες, εάν ο χαρίεις τόπος διέθετεν το είδος. 

Δεν υπήρχαν επισκέπτες, μήτε πολλοί πελάτες της αροντισεμάντ του. Διότι αγαθοί και εφηρωισμένοι (κουχί αφηρωισμένοι) αθρώποι, πεθνήσκοντες, έμπαιναν συνεχώς εις την χώραν των Μακάρων.

Αλλ΄ ο Φύλαξ ήτο εντεταλμένος να τηρεί ευταξίαν στην περιβόητον Καυλόχωραν, ήτοι εις το φυτώριον θρησκειών, δοξασιών, αιρέσεων, και λοιπών ενθέων υπάρξεων.

Το όνομα ετέθη από τον γλωσσοπλάστην Κρόνον, ο οποίος, καταπίνων λίθους, είχε γίνει άσσος εις την ρητορικήν. Εδώ ο Δημοσθένης, που επιπίλιζεν χαλικάκια και γαρμπιλοσαρμάδες ή σκύρα και εγένετο διάσημος. 

Εσήμαινεν δε τους καυλούς, τα βλασταράκια, τα μάτια ή οφθαλμούς των φυτών και των κλάδων διότι εκ των θρησκειών ερρύησαν άπαντα τα αγαθά και δεν εγένετο η ανθρωπότης σύλλογος αντιεξουσιαστών με ζώνην ευθύνης τα Πατήσια.

Το όνομα δεν είχε σχέσιν με την γκάβλαν, τον ίμερον, τον οίστρον και άλλα εμπαθή, διότι υπήρχε μνημόνιο μεταξύ Γιγάντων, της Τηθύος και του πάπα Ευτύμ, να αποφεύγωσι τα σαρκικά οι ιερόφρονες.

Επί τη ευκαιρία, ανοίκσατε παράθυρον και του Γούγλη, μαζί με το παρόν, για να μη γαμιέστε στο άνοικσε–κλείσε τας αναζητήσεις τι σκατά ήθελε να μας είπει χρονιάρα μέρα ο σαδιστής ΠΠΣΠ (Που Παγώνει Στο Παγκράτι). 

Μορτ σεζόν λοιπόν ιν παραντίσο και βαρυόταν ομοίως η Εισπράκτωρ των τουριστικών ομίλων που ήρχονταν από την Γαία να γνωρίσουν τας μεταφυσικάς ανησυχίας.

Τουλάχιστον έως την Γυναικοκρατίαν εν Σιντική, θα υπήρχεν ηρεμία.

Έτσι, ο Φύλαξ, έψησεν την εισπρακτόρισσαν με απίστευτες γαλιφιές, ότι ασθενείς, οδοιπόροι, μα και ψωλοβαρούντες εν ραστώνη, αμαρτίαν ουκ έχουσιν, οπότε εκείνη, τον θορίζουσα «θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό» εδέχθη να απαλλαγεί της αυστηράς στολής της και εδέχθη τον τάχα μου αγαπητικόν αρσενικόν είς την τούφαν αυτής. Εκείνος εχαίρετο ωσάν να είχε ανταλλάξει χειραψίαν με πορτογύρα πρωθυπουργόν εις τον περιφερίκ ντε Καλαμάτ.

Την ηδονήν διέκοψε είδος γερανού που ανήρπασε τον Φύλακα μακράν της μορόζης του. Δεν ήτο μηχάνημα, αλλά ο Παντεπόπτης των Ηλυσίων που έσειεν έγγραφον σταις μούραις των επιόρκων υπαλλήλων.

Ήτο μία εντολή επιβάλουσα άχρι της 25ης του μηνός την έξωσιν θεότητος εκ του παραχωρηθέντος αυτή μπανγκαλώου, διότι επικαιροποιήθηκε το σύστημα και έπρεπεν να φιλοξενηθεί εις την θέσιν του νέος Μεσσίας.

Την έξωσιν υπέστη ο ταυροκτόνος σπηλαιογενής Μίθρας με τους δύο ακολούθους του, Καύτην και Καυτοπάτην, την συνοδόν του Ύαιναν και αρκετούς μετανάστας εις βαθμόν κόρακος. Διότι είχαν μετατρέψει το μπανγκαλώον εις τσουκαλαρείον, τζιμηλαρείον και λινοβροχείον, ή και τα τρία ομού.

Τανύν, χάρις εις το επισυναπτόμενον έδικτον του Κωνσταντίνου, η θεότης αύτη αντεκατεστάθη δια χαρίεσσας τριάδος οντοτήτων, ήτοι ενός τέκτονος ήτοι αρχιτέκτονος κουχί ξυλουργού, μιας παρθένου που εκράτει μαραμένον κρίνον, και ενός υιού που ομοίαζεν με μωράκι, αλλ΄ ήτο ο Μεσσίας.

Οι υπάλληλοι εβοήθησαν εις την εγκατάστασιν του νέου ταμπλώ βιβάν και συνέδραμον Μάγοι, βοσκοί, ένας Αστήρ, αγαθά του σταύλου ζωντανά και ομάς αγγέλων Κυρίου αλλ΄ ουχί εκ των ταγμάτων του Ουριήλ, παρά μετακλητοί.

Οι νέοι οικήτορες δεν είχαν σχέσιν με τους θορυβώδεις προκατόχους των. Θεουργούσαν εν σιωπή και χωρίς τα γνωστά ευρήματα των θρησκειών. Μόνον άπαξ ο τέκνων παρακάλεσε την μικρή ομάδα των Ρυθμιστών της Χώρας αυτής, να πείσουν μερικούς Μονοφυσίτας να θορυβούν λιγότερο στις ώρες κοινής ησυχίας. Δονατισταί και Νεστοριανοί είχαν απο καιρό απορροφηθεί μεταξύ Συνόδων, και δεν παρείχαν πράγματα στην μικρή, ταλαιπωρημένη οικογένεια.