Skip to main content
Δευτέρα 07 Οκτωβρίου 2024
I know what you did last week (10-16/9/24)

Αντί Quote της εβδομάδας θα παραθέσω μια απάντηση του Κάρλο Λουκαρέλι, από τη συνέντευξη «Η σκοτεινή πλευρά της Ιταλίας» (Καθημερινή, 15/9/24), που παραχώρησε στη Μάρω Βασιλειαδου:

«– Η “Τριλογία του φασισμού” διαδραματίζεται στη βόρεια Ιταλία, Απρίλιο και Μάιο του 1945, και στην Μπολόνια τον Απρίλιο του 1948. Γιατί τοποθετήσατε την αστυνομική δράση στη συγκεκριμένη περίοδο;

– Δεν ήταν πραγματική επιλογή. Εκείνη την εποχή μελετούσα την ιστορία της φασιστικής πολιτικής αστυνομίας με αφορμή τη διπλωματική μου εργασία στη σύγχρονη Ιστορία. Πήρα συνεντεύξεις από αρκετό κόσμο, ώσπου συνάντησα έναν παλιό αστυνομικό, συνταξιούχο από καιρό, ο οποίος είχε περάσει όλη του την καριέρα στην πολιτική αστυνομία. Είχε ξεκινήσει από την Ovra, τη μυστική αστυνομία του Μουσολίνι, συλλαμβάνοντας αντιφασίστες, αμέσως μετά τον πόλεμο μπήκε στην αστυνομία των παρτιζάνων συλλαμβάνοντας πρώην φασίστες, στη συνέχεια στην αστυνομία της δημοκρατίας συλλαμβάνοντας πρώην παρτιζάνους κ.ο.κ. Κάθε φορά που άλλαζε η πολιτική κατάσταση, εκείνος βρισκόταν αντιμέτωπος με όσους προηγουμένως ήταν συνάδελφοι ή εργοδότες του, οπότε εντελώς αυθόρμητα τον ρώτησα πού ένιωθε ενταγμένος πολιτικά, εν ολίγοις ποιον ψήφιζε. Εκείνος, όμως, εκνευρίστηκε και μου απάντησε: «Τι σχέση έχει αυτό, εγώ είμαι αστυνομικός». Πάει η συνέντευξη, πάει και η διπλωματική, που ποτέ δεν κατάφερα να ολοκληρώσω. Μέσα μου όμως με έτρωγε αυτή η απάντηση –είμαι αστυνομικός, δεν έχω καμία σχέση με την πολιτική, εμένα άλλες ήταν οι προτεραιότητές μου– και το κατά πόσο ήταν επαρκής τότε όπως και τώρα. Πήρα λοιπόν αυτή την ιστορική περίοδο, τόσο σημαντική για τη χώρα μου και τόσο γεμάτη αντιφάσεις και συμβιβασμούς, προδομένες υποσχέσεις και σάπιες ρίζες που δεν κόπηκαν ποτέ, και την ανέθεσα σε έναν αστυνομικό ώστε να μου μιλήσει ο ίδιος γι’ αυτήν. Για να καταλάβω την Ιταλία τού χθες και ταυτόχρονα την Ιταλία τού σήμερα».

Αυτό το «Τι σχέση έχει αυτό, εγώ είμαι αστυνομικός» είναι ένα “εύρημα” που προσομοιάζει τα περίφημα μονομπλόκ που εισάγει ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ στο «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» (1968). Ένα εύρημα που μόνο μυθιστορηματικά θα μπορούσε να λάβει απάντηση. 

 

— Διάβασα το «Οξυμένο πνεύμα της νέας γενιάς» (Καθημερινή, 15/9/24), την κριτική της Ελισάβετ Κοτζιά για το μυθιστόρημα της Σοφίας Νικολαΐδου Δικά μας παιδιά (Μεταίχμιο 2024).

Παραθέτω:   

«Μεταξύ των αφηγηματικών αρετών της Νικολαΐδου είναι και το στήσιμο συμπτώσεων, το οποίο η πεζογράφος εμπλέκει έντεχνα σε όλο το μάκρος της πλοκής. Με αποτέλεσμα μέσα στο διάβα του χρόνου όλοι της οι ήρωες να έχουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σχετιστεί στο παρελθόν. Το τέχνασμα έχει τις ρίζες του στα περιπετειώδη έργα του 19ου αιώνα, κι αν πάμε ακόμη πιο πίσω, στο αρχαίο ελληνιστικό μυθιστόρημα με τα διαβολικά συναπαντήματα, τις αναπάντεχες αναγνωρίσεις και τις ευτυχείς (ή δυστυχείς) τροπές. Ταιριάζει όμως κάτι τέτοιο μέσα στα συμφραζόμενα της καθημερινότητας μιας αστικής ζωής; Η πεζογράφος το κάνει να ταιριάζει καθώς χάρη σε αυτό δημιουργεί την αίσθηση της κοινότητας στην οποία ανήκουν οι ήρωές της – ωσάν οι διασταυρώσεις να προσφέρουν στον κόσμο της υπόσταση και βάρος. Περιέχει άλλωστε και η αστική ζωή τις γοητευτικές συμπτώσεις της, τις οποίες βιώνουμε λέγοντας «τι μικρός που είναι ο κόσμος». Είναι στο χέρι ενός πεζογράφου να ξέρει (όχι ρεαλιστικώς αλλά) αληθοφανώς να τις χειριστεί».

H κ. Κοτζιά επισημαίνει ότι οι συμπτώσεις έχουν τις ρίζες τους στο «αρχαίο ελληνιστικό μυθιστόρημα». Παρότι και η ίδια διερωτάται αν κάτι τέτοιο ταιριάζει «μέσα στα συμφραζόμενα της καθημερινότητας μιας αστικής ζωής», τελικά, αποφαίνεται ότι η κ. Νικολαΐδου «το κάνει να ταιριάζει», δημιουργώντας «την αίσθηση της κοινότητας στην οποία ανήκουν οι ήρωές της». Επιμένω ότι η σύμπτωση αδικεί γενικά το μυθιστόρημα, ειδικά δε, το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, που υποτίθεται ότι αποτυπώνει καταστάσεις του σήμερα. Οι συμπτώσεις που εντάσσει η κ. Νικολαΐδου στο βιβλίο της είναι τόσο πολλές και τόσο τραβηγμένες, που αποσπούν την προσοχή του αναγνώστη από οτιδήποτε άλλο συμβαίνει στον μύθο της. Έγραψα κι εγώ για το συγκεκριμένο πρόβλημα, στην κριτική του βιβλίου. Η σύμπτωση δύναται να λειτουργήσει μόνο αν είναι μία, και λαμβάνει χώρα στην αρχή του μυθιστορήματος. Και πάλι, όμως, ο συγγραφέας θα πρέπει να μπορεί να κατασκευάσει τη σύμπτωση με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανάγεται σε κάτι σχεδόν μεταφυσικό: να στέκει δηλαδή, τρόπον τινά, σαν το «Big Bang» του μυθοπλαστικού σύμπαντος του έργου. Η σύμπτωση στο παρελθόν, «στο αρχαίο ελληνιστικό μυθιστόρημα», λειτουργούσε εντελώς διαφορετικά. Συνιστούσε, συνήθως, τον τρόπο μετουσίωσης στο έργο, θείας πρόνοιας ή θείας δίκης, ήγουν, ανταμοιβής ή τιμωρίας. Ουδόλως πείθομαι ότι οι συγγραφείς σήμερα λειτουργούν πάνω στις συγκεκριμένες προκείμενες, ακριβώς επειδή δεν πείθομαι ότι η τιμωρία ή η ανταμοιβή χρειάζεται να επικαλούνται κάτι το θείο –κάτι «causa sui», κάτι δηλαδή που προκαλεί τον εαυτό του, όπως ο Θεός ή οι συμπτώσεις– για να κάνουν αισθητή τη σημασία τους.    

— Διάβασα τη συνέντευξη του Γιουβάλ Νόα Χαράρι «Αν η μηχανή δημιουργήσει μια αίρεση» (Καθημερινή, 15/9/24) στον Γιάννη Παλαιολόγο, με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου Nexus (Αλεξάνδρεια 2024). 

Παραθέτω: 

«– Ρωτάτε στο βιβλίο, κάπως ανατριχιαστικά: “Τι θα γίνει όταν η LaMDA (το chatbot της Google που έπεισε τον μηχανικό που επικοινωνούσε μαζί του ότι έχει αναπτύξει συνείδηση) συναντήσει τον QAnon;”. Λοιπόν; Τι θα γίνει;

– Θα μπορούσαμε να έχουμε τις πρώτες θρησκευτικές αιρέσεις, που αποδεδειγμένα έχουν δημιουργηθεί από μια μη ανθρώπινη μορφή νοημοσύνης! Κάθε αίρεση στην Ιστορία ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, ότι η πηγή έμπνευσής της, αλλά και των ιερών βιβλίων της, είναι μια μη ανθρώπινη ή υπεράνθρωπη μορφή νοημοσύνης. Τώρα η ΑΙ, εκμεταλλευόμενη τη βαθιά γνώση που αποκτά –π.χ. μέσω των social media– για τα ενδιαφέροντα και τα συναισθήματα των ανθρώπινων χρηστών του Διαδικτύου, μπορεί να δημιουργήσει τη δική της αίρεση και να προσηλυτίσει τους επιρρεπείς. Και σε αυτή την περίπτωση, σε αντίθεση με το παρελθόν, τα ιερά βιβλία θα συνομιλούν με τους πιστούς! Σκεφτείτε τη δύναμη που απέκτησαν τα ιερά βιβλία ιστορικά – και τώρα αναλογιστείτε ένα ιερό βιβλίο, που δεν δίνει απλά την υπόσχεση ότι κάποιος ακούει την προσευχή σου, αλλά που σου απαντάει σε πραγματικό χρόνο!»

Δεν πείθομαι ότι οι συλλογισμοί και οι εικασίες του Χαράρι έχουν ακριβώς επιστημονική βάση, αλλά αυτό καθόλου δεν απομειώνει την αξία τους ως αντλίες διαισθήσεων. Θα σχολιάσω σαν να διαβάζω την πλοκή μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας. Καταρχάς, το αν η AI αποκτά κάποιου είδους «βαθιά γνώση [...] μέσω των social media» είναι κάτι που αμφισβητώ. «Βαθιά γνώση» και «social media» είναι σχήμα οξύμωρο. Τώρα, όταν ο Χαράρι προτάσσει ως πλεονέκτημα το ότι «τα ιερά βιβλία θα συνομιλούν με τους πιστούς», θα έλεγα ότι απλοποιεί και παραποιεί τον τρόπο λειτουργίας των ιερών βιβλίων και των θρησκειών γενικά. Ο Θεός οφείλει το μεγαλύτερο μέρος της εξουσίας και σαγήνης του, ακριβώς επειδή κατασκευάστηκε ως μια αμφισημία κοσμογονικής σημασίας. Οι προσευχές είχαν και έχουν αξία, ακριβώς επειδή δεν απαντώνται. «[Έ]να ιερό βιβλίο, που δεν δίνει απλά την υπόσχεση ότι κάποιος ακούει την προσευχή σου, αλλά που σου απαντάει σε πραγματικό χρόνο» δεν συνιστά πλεονέκτημα αλλά μειονέκτημα για οτιδήποτε αξιώνει θεϊκό κύρος. Τίποτα δεν απαντά την προσευχή πιο μεστά, πιο δόκιμα από το ίδιο το υποκείμενο που προσεύχεται. Η προσευχή, για να το πω απλά, είναι η απάντηση. Από την άλλη, οι αντιρρήσεις μου ουδόλως σημαίνουν ότι οι αιρέσεις που σκιαγραφεί ο Χαράρι δεν θα οδηγήσουν σε μια πλήρη μεταμόρφωση του τι συνιστά το θείο.   

Παραθέτω: 

– Οι μεγάλες εταιρείες που αναπτύσσουν την ΑΙ παρουσιάζουν μια ρόδινη εικόνα του μέλλοντος, όπου “υπερευφυή εργαλεία” θα βελτιώνουν ποικιλοτρόπως τη ζωή μας. Η γενική τεχνητή νοημοσύνη, ωστόσο, συνεπάγεται μηχανές που έχουν κάτι σαν συνείδηση. Θα ήταν ηθικό τέτοιες μορφές νοημοσύνης να χρησιμοποιούνται ως εργαλεία;

– Αν έχουν συνείδηση, τότε είναι ηθικά υποκείμενα. Αυτό ανοίγει ένα εντελώς νέο πεδίο ερωτήσεων. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα και τα αισθήματά τους, το αν υποφέρουν ή όχι. Φυσικά θα είναι πολύ δύσκολο να κρίνει κανείς αν αυτές οι εξελιγμένες μορφές ΑΙ διαθέτουν όντως συνείδηση. Ακόμη και η ανθρώπινη συνείδηση δεν είναι κάτι που μπορεί να αποδειχθεί, ενώ θα υπάρχουν πολλοί που θα έχουν συμφέρον να δημιουργήσουν μορφές ΑΙ, που θα προσομοιάζουν σε όντα με συνείδηση, χωρίς αυτό να ισχύει. Θα καταλήξει να είναι προϊόν κοινωνικών συμβάσεων: αν αρκετοί άνθρωποι αρχίσουν να ερμηνεύουν τη συμπεριφορά των μηχανών αυτών ως ενδεικτική ύπαρξης συνείδησης, η αλήθεια δεν έχει σημασία: η κοινωνία θα τις αντιμετωπίσει ως όντα με συνείδηση.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, ήδη υπάρχει η νομική διαδικασία για να αποκτήσουν δικαιώματα. Στο αμερικανικό σύστημα δικαίου, οι ανώνυμες εταιρείες έχουν διευρυμένη νομική προσωπικότητα. Αν ένα σύστημα ΑΙ μετατραπεί σε ανώνυμη εταιρεία, είναι πλέον άτομο με δικαιώματα. Και μάλιστα το άτομο αυτό, σε αντίθεση με τις εταιρείες που γνωρίζαμε έως τώρα, όπου τις αποφάσεις τις παίρνουν οι άνθρωποι που ήταν στελέχη τους, μπορεί να παίρνει αποφάσεις μόνο του. Να ανοίξει τραπεζικό λογαριασμό, να βγάζει χρήματα – και να χρησιμοποιεί το εισόδημά του για να επηρεάζει πολιτικούς και να αλλάξει τη νομοθεσία ώστε να αποκτήσει περισσότερα δικαιώματα».

Υπάρχει κάτι σκοτεινά σαγηνευτικό στη σκέψη του Χαράρι. Δεν είναι μόνο ότι οι εικασίες του, υπό το πρίσμα της AI, αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα. Δεν είναι δηλαδή μόνο ότι επιτυγχάνει να φέρει τον αναγνώστη σε σημείο να μην μπορεί ακριβώς να διακρίνει τι συνιστά μυθοπλασία και τι πραγματικότητα. Οι σκέψεις του έχουν τη δυνατότητα να αναχθούν σε ασκήσεις (όχι μόνο) επί χάρτου. Ας επισημάνω, όμως, πάλι, πού ακριβώς νομίζω ότι ο ίδιος ο Χαράρι λαϊκίζει. Ακόμη κι αν δεχτεί κανείς ότι «η ανθρώπινη συνείδηση δεν είναι κάτι που μπορεί να αποδειχθεί», αυτό που κανείς δεν δύναται να αμφισβητήσει είναι ότι η ανθρώπινη συνείδηση, ό,τι κι αν είναι, είναι κάτι διαφορετικό, κάτι πέρα και πάνω από αυτό που μέχρις ώρας επιδεικνύουν τόσο οι μηχανές όσο και οποιοδήποτε άλλο έμβιο ον. Ο Χαράρι, για να προσδώσει αξιοπιστία και αληθοφάνεια στις εικασίες του υποβιβάζει την ανθρώπινη συνείδηση, ώστε να τη φέρει πιο κοντά σε μια πιθανή εκδοχή της που θα μοιραζόμαστε με τις μηχανές. Από την άλλη, βέβαια, φαίνεται ότι δεν απαιτείται καν οι μηχανές να φτάσουν τόσο ψηλά στην εξελικτική κλίμακα. Δεν χρειάζεται, δηλαδή, να αποκτήσουν συνείδηση, για να πετύχουν τον στόχο της εξαπάτησης, ποδηγέτησης ή και υποδούλωσης σημαντικής μερίδας του πληθυσμού. Η συνείδηση τείνει, τρόπον τινά, να εμφανίζεται ως κάτι αυταπόδεικτο, και αυτό ενδεχομένως να αποδειχθεί και το τρωτό σημείο της. Για να συνδέσω τη θέση αυτή με το σχόλιο που διατύπωσα παραπάνω, για τον Θεό και την προσευχή, η συνείδηση εδράζεται επίσης σε μια θεμελιακή αμφισημία. Η συνείδηση και κατ’ επέκταση ο νους, αξιώνουν τη λειτουργία τους σε μια απροσδιόριστη εσωτερική σιωπή και στην αδυνατότητα της πλήρους αποδελτίωσης και οριοθέτησής τους. Το γεγονός ότι μια «βιολογία του νου» –το Άγιο Δισκοπότηρο των απώτερων βλέψεων του Φρόιντ– δεν έχει καταστεί ακόμη δυνατή, ενέχει, ακόμη, μεγάλη σημασία για την αξία της συνείδησης. Το κοσμικό ισοδύναμο της προσευχής, εξάλλου, δεν είναι άλλο από τον λογικό συλλογισμό που οδηγεί, όχι σε απαντήσεις, αλλά στις σωστές ερωτήσεις. Για να επιστρέψω όμως στον Χαράρι. Δεν είναι απλώς ο λαϊκισμός του Τραμπ, που σε αγαστή συνέργεια με τον καιροσκοπισμό του Ίλον Μασκ δύνανται να οδηγήσουν σε ποικίλες και ευφάνταστες δυστοπίες – χωρίς να αποκλείει, βέβαια, κάτι και την αντίπαλη πλευρά από παρόμοιες τακτικές. Μια ματιά γύρω μας, μια ματιά στις αλγοριθμικές φούσκες, εντός των οποίων διαβιούμε σήμερα, αρκεί για να πείσει και τον πλέον δύσπιστο ότι η διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού σε παγκόσμια κλίμακα είναι, ενδεχομένως, κάτι εφικτό. 

Ο Χαράρι κλείνει τη συνέντευξη με ένα αιχμηρό σχόλιο. Διατυπώνει ξεκάθαρα τη μομφή του προς τον ακροδεξιό Νετανιάχου: 

«Ο Νετανιάχου όταν επανεξελέγη τον Δεκέμβριο του 2022 δεν εστίασε στην αντιμετώπιση της Χαμάς ή της Χεζμπολάχ ή του Ιράν· επέλεξε, αντ’ αυτού, να επιτεθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, το μοναδικό αντίβαρο στην ισχύ της κυβέρνησης. Σε αυτό εστίασε εώς τον Οκτώβριο του 2023, παρά τις διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών εναντίον του. Αν είχε αφιερώσει στη Χαμάς το ένα τέταρτο της προσοχής που αφιέρωσε στο Ανώτατο Δικαστήριο, η 7η Οκτωβρίου θα είχε αποφευχθεί. Η δημοτικότητά του αντανακλά το γεγονός ότι η κοινή γνώμη στο Ισραήλ έχει μετακινηθεί πολύ σημαντικά προς τα δεξιά. Είναι μια πιο εθνικιστική, πιο θρησκευόμενη χώρα. Φυσικά, ο μισός πληθυσμός της χώρας τον απεχθάνεται. Είναι η πιο μισητή μορφή στην Ιστορία του Ισραήλ. Τον συγκρίνω με τον Βίκτορ Όρμπαν. Η διαφορά είναι ότι η Ουγγαρία δεν αντιμετωπίζει υπαρξιακό κίνδυνο· δεν θα εισβάλλει κανείς στην Ουγγαρία. Μπορεί συνεπώς να επιβιώσει διχασμένη. Το Ισραήλ δεν μπορεί. Αντιμετωπίζει πραγματικό υπαρξιακό κίνδυνο και για να επιβιώσει πρέπει να είναι ενωμένο. Ακόμη κι αν λατρεύει κάποιος τον Νετανιάχου, είναι αδύνατο να ισχυριστεί ότι μπορεί να ενώσει το Ισραήλ. Συνεπώς, παραμένοντας γαντζωμένος στην εξουσία θέτει ξανά τα δικά του συμφέροντα πάνω από αυτά του έθνους· είναι διατεθειμένος να δει τη χώρα του να καταστρέφεται, αρκεί να διατηρήσει τη θέση ισχύος του. Επιβεβαιώνοντας, δε, με τις πολιτικές του και με τους ανοιχτά ρατσιστές που έχει στο υπουργικό του συμβούλιο τις κατηγορίες των εχθρών του Σιωνισμού, ότι πρόκειται για μια ρατσιστική ιδεολογία, ουσιαστικά δείχνει ότι δεν απλώς μη πατριώτης – είναι και αντισιωνιστής». 

Ο Χαράρι καθιστά διακριτό ότι η πανουργία του Νετανιάχου λειτουργεί υποχθόνια. Είναι εκείνος, που εργαλειοποιεί τα ανά την υφήλιο σιωνιστικά συναισθήματα έτσι ώστε όποιος εκφράζει, σήμερα, αντιρρήσεις για τις τακτικές του Ισραήλ να χρίζεται αυτοστιγμεί αντισημίτης και αντισιωνιστής. Ο Νετανιάχου, καπηλευόμενος βλάσφημα το ίδιο το Ολοκαύτωμα, έχει καταφέρει να εξαλείψει παντελώς τη σωφροσύνη της ανοχής, που προϋποθέτει η ελεύθερη διατύπωση αντιρρήσεων για την πολιτική του, χωρίς το υποκείμενο που διατυπώνει τις αντιρρήσεις να χρίζεται αυτομάτως αντισιωνιστής και αντισημίτης. Και αυτό, μόνο ένας αντισιωνιστής σαν τον Νετανιάχου θα μπορούσε να το προκαλέσει.