Skip to main content
Πέμπτη 15 Μαΐου 2025
Θέλω να δω τον Πappα

Από την Πλατεία Αγίου Πέτρου, όπου έλαβε χώρα η τελετή της κηδείας του Πάπα Φραγκίσκου, προς την βασιλική της Σάντα Μαρία Ματζόρε, το ναό στον οποίο θα λάβει χώρα η ταφή του. Τέλη Απριλίου στη Ρώμη και τα σύννεφα στον ουρανό είναι τόσα όσα και σαν ζωγραφιστά, προσθέτοντας και όχι αφαιρώντας φωτεινότητα και θυμίζοντας screensaver παλιών Windows. Tα πλήθη παρατεταγμένα κατά μήκος της διαδρομής έξι χιλιομέτρων στο κέντρο της πόλης. Πολλές δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων, ίσως και παραπάνω, αλλά τα χειροκροτήματα συγκριτικά λιγοστά. Χέρια που δεν ενώνονται στιγμιαία και διακεκομμένα για να χειροκροτήσουν, χέρια που δεν ενώνονται σταθερά για να προσευχηθούν, χέρια που δεν κρατάνε εκείνα των διπλανών τους. Γιατί δεν είναι ελεύθερα. Γιατί τα χέρια είναι εδώ και χρόνια κατειλημμένα, απασχολημένα, ενεργά, σε διαρκή διάλογο με το γκάτζετ που κρατούν. To popemobile, στο οποίο ο Πάπας έκανε περιοδείες χαιρετώντας και ευλογώντας τους πιστούς, τώρα τον υποδέχεται για μια τελευταία φορά, αντί για όρθιο ξαπλωμένο, αντί για ζωντανό νεκρό, αντί για περιοδεία για την νεκρική πομπή.

Τα χέρια είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία σηκωμένα, προτεταμένα, τα κινητά τραβούν βίντεο για να απαθανατίσουν τη σκηνή που διαδραματίζεται μπροστά τους. Τα χέρια που αντικαθιστούν μάτια, καθώς τώρα δεν κοιτούν τα μάτια, κοιτούν τα χέρια μέσω των κινητών. Η νεκρική πομπή περνάει έξω απ’ το Κολοσσαίο. Εκεί που κάποτε τα χέρια των μελλοθανάτων σηκώνονταν για να χαιρετήσουν τον Καίσαρα, εκεί που κάποτε τα χέρια των αυτοκρατόρων σε ανοιχτό διάλογο με εκείνα των θεατών, αποφάσιζαν με μια κίνηση του αντίχειρα τη ζωή ή το θάνατο των μονομάχων που τους είχαν νωρίτερα χαιρετήσει. Ουκ επ' άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος, άρτος και θεάματα, τότε που ανάμεσα στις άλλες αναμετρήσεις έπαιζαν και Λιοντάρια - Χριστιανοί, μέχρι οι τελευταίοι να επικρατήσουν εκτός αρένας, παίρνοντας την εξουσία και τα πράγματα στα δικά τους χέρια. 

Εδώ όμως ο θάνατος έχει αποφασιστεί, δεν υπάρχει τέτοιο διακύβευμα, δεν υπάρχει ανθρώπινο χέρι ο αντίχειρας του οποίου να έχει εξουσία επί των ήδη νεκρών, εδώ η ανθρώπινη εξουσία έβρισκε πάντα το όριό της, εδώ το όποιο διακύβευμα πηγαίνει σε αναστάσεις κι όλα αυτά, αλλά μολονότι τα ζητήματα πίστης και τα μεταφυσικά θα έπρεπε να βρίσκονται στο προνομιακό τους πεδίο όταν μιλάμε για τον θάνατο ενός Πάπα, ο Φραγκίσκος δεν ήταν ένας Πάπας που ξεχώρισε στο θεολογικό και θεωρητικό της πίστης κομμάτι, καθώς -στην καρδιά των περισσοτέρων τουλάχιστον- ξεχώρισε επειδή το πήρε αλλιώς, ερχόμενος πολύ πιο κοντά σε εκείνο που μας παραδόθηκε και καταλάβαμε ως διδασκαλία του Χριστού, παρά στην Εκκλησία που τον Χριστό τον διαμεσολάβησε και τον διαμεσολαβεί, τον ερμήνευσε και τον ερμηνεύει, τον καπέλωσε και τον καπελώνει. Κατόπιν εκπεφρασμένης προθανάτιας επιθυμίας του ίδιου του Φραγκίσκου, έξω από το ναό της ταφής τον υποδέχονται, ως άτυπη τιμητική φρουρά για το ύστατο χαίρε, με ένα λευκό τριαντάφυλλο στο χέρι, γύρω στους σαράντα φτωχούς και γενικότερα περιθωριοποιημένους ανθρώπους· άστεγοι, ιερόδουλες, μετανάστες, τρανς, κρατούμενοι που πήραν ειδική άδεια. 

Σηκωμένα χέρια στην αιώνια πόλη στη διάρκεια των χιλιετιών. Χέρια μελλοθανάτων και χέρια που αποφασίζουν ζωή και θάνατο στο Κολοσσαίο είκοσι αιώνες πριν. Χέρια που σηκώνονται να χαιρετήσουν φασιστικά τον Μουσολίνι έναν αιώνα πριν. Τα πλήθη και η σχέση τους με το θέαμα, τα πλήθη και η σχέση τους με τη βαρβαρότητα, τα πλήθη και η σχέση τους με την εξουσία. Αυτοκράτορες, Ντούτσε και πάντα οι Πάπες, ζωντανή Ιστορία, ζωντανή σύνδεση με το παρελθόν, τους αιώνες, τις χιλιετίες. Χέρια που σηκώνονται για να απαθανατίσουν το φέρετρο του νεκρού Πάπα, σαν να μην έχουν εκείνη την ώρα άλλη επιλογή παρά μόνο τη συγκεκριμένη, σαν το να είναι παρόντες στη στιγμή βιώνοντάς την ψυχή τε και σώματι τους είναι πια αδύνατον, σαν το μόνο το οποίο είναι δυνατό και αυτονόητο εκείνη την ώρα και κάθε φορά που συμβαίνει κάτι σημαντικό μπροστά μας είναι να το καταγράφουμε, να το ψηφιοποιούμε, να το περνάμε και στον ψηφιακό κόσμο. Το παρόν είναι ένα θέαμα και όχι ένα βίωμα. Ήμουν κι εγώ εκεί. Να η απόδειξη. Την καταγράφω. Καταγράφοντας την παρουσία μου, την στερούμαι. Γεμίζοντας την μνήμη του κινητού μου, δεν βρίσκω χώρο να βάλω κάτι αυθεντικά στη δική μου. Προσπαθώντας να σώσω για πάντα τη στιγμή, τη χάνω. Προσπαθώντας να καταγράψω το ήμουν εκεί, παύω να είμαι εκεί ως συμμέτοχος, είμαι εκεί μόνο ως κάμεραμαν, επιτελώντας ένα έργο που κανείς δεν μου ζήτησε να επιτελέσω. Κανείς άλλος εκτός από το πνεύμα της εποχής. Το κινητό είναι μέρος του χεριού μας, μέρος του κορμιού μας, μέρος του μυαλού μας, μια διαρκής αλληλεπίδραση, μια συμβιωτική σχέση ανάμεσα στους δύο κόσμους, τον κόσμο στον οποίο οι άνθρωποι ακόμα ζουν και πεθαίνουν και στον ψηφιακό. 

Ίσως την επόμενη φορά, στον επόμενο νεκρό ποντίφικα, με τα ίδια ή επόμενα μοντέλα smartphones, να έχεις κατεβάσει το σχετικό app και όταν περνά η νεκρική πομπή από μπροστά σου, να σηκώνεται από το φέρετρο το ολόγραμμά του και να συνομιλεί μαζί σου και μόνο μαζί σου, χωρίς να μπορεί να σας ακούσει άλλος κανείς, ενώ εκείνος θα δέχεται την εξομολόγησή σου. Με το ίδιο κινητό, οι αμαρτίες σου ιδιωτικά, οι αναρτήσεις σου δημόσια, εξομολογείσαι τις μεν, ποστάρεις τις δε, μια σχέση προς τον έξω κόσμο στην οποία πάντα παρουσιάζουμε τον εαυτό μας καλύτερο απ’ ό,τι είναι, καθώς ακόμα κι αν αυτοσαρκαζόμαστε πάλι ο τελικός σκοπός ίδιος παραμένει, το να πει ο άλλος τι γαμάτος τύπος που πρέπει να είναι για να αυτοσαρκάζεται, αλλά εκεί, στο app μας κι ενώπιον του Αγίου ψηφιακού Πατέρα, μπορούμε να είμαστε αληθινοί, συντετριμμένοι, αληθινά συντετριμμένοι. Με τα άλματα της Τεχνητής Νοημοσύνης ως τότε, όσα θα σου απαντάει, ο τρόπος με τον οποίο θα απαντάει, η αύρα που θα εκπέμπει, θα είναι ό,τι πιο κοντά στη Θεία Χάρη απ΄ ο,τιδήποτε θα μπορούσες ποτέ να ελπίσεις. 

Δύο ακόμη προτεταμένα χέρια στη Ρώμη, ένα του Θεού, ένα του ανθρώπου, καθώς στην Καπέλα Σιστίνα ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο, αλλά μέχρι τότε, μέχρι δηλαδή η Τεχνητή Νοημοσύνη να καταλύσει κάθε διάκριση μεταξύ φυσικού, ψηφιακού και μεταφυσικού κόσμου, μέχρι να δημιουργήσει το νέο είδος ανθρώπου που θα αντικαταστήσει το μεταβατικό δικό μας φτάνοντας στη νέα μας Γένεση, κάτω απ’ τον ουρανό της Ρώμης και κάτω από κάθε ουρανό, για όσο ακόμα χρόνο τους αναλογεί, οι άνθρωποι θα εξακολουθούν να σηκώνουν ψηλά τα χέρια τους και για άλλους λόγους, είτε βλέποντας από μακριά ένα αγαπημένο τους πρόσωπο και κάνοντάς του χαρούμενοι σήμα λίγο πριν το φτάσουν και το αγκαλιάσουν, είτε λίγο πριν χτυπήσουν ένα πρόσωπο, λίγο πριν ξεσπάσει η βία, ενδεχομένως με αποδέκτη ακριβώς το πρόσωπο που κάποτε αγκάλιαζαν. Χέρια που σηκώνονται ψηλά προσπαθώντας να δείξουν το φεγγάρι, να το δείξουν με το χέρι και όχι να το καταγράψουν με το κινητό, να πουν κοιτάξτε αυτό που βλέπουν τώρα τα μάτια μας, δείτε το και νιώστε το. Τα κινητά τραβάνε τα δάχτυλα, εντοπίζοντας την υποκριτική βρωμιά τους, ανεβάζοντάς την στα σόσιαλ, όλοι είναι καταγραφείς και όλοι υποκριτές, όλοι περιμένουμε τη λύτρωση ενός εξομολογητικού και υπερβατικού μεταψηφιακού βιώματος, στο οποίο θα συγχωρεθούμε επειδή θα συγχωνευθούμε με κάτι το οποίο θα μας ξεπερνά και θα μας διαπερνά ως ένα συντριπτικά ανώτερο Πνεύμα που έλυσε το γρίφο του ατελούς μας είδους.