Skip to main content
Τρίτη 30 Απριλίου 2024
I know what you did last week (2-8/4/24)

— Quote της εβδομάδας: «Θα σας πω πρώτον ότι ο Κώστας Μπακογιάννης είναι ο καλύτερος δήμαρχος που έχει περάσει ποτέ από την Αθήνα και μέσα σε αυτό βάζω και την Ντόρα Μπακογιάννη» (ΒΗΜΑgazino, 7/4/24).

Τάδε έφη Αλεξία Μπακογιάννη στη συνέντευξη «20 χρόνια κάνουμε τα πράγματα με τον δικό μας τρόπο» που παραχώρησαν (μαζί με τη Νάνση Σουρμπάτη) στην Έρη Βαρδάκη. Στην ερώτηση της κ. Βαρδάκη «Γιατί έχασε τον Δήμο της Αθήνας;» απάντησε: «Γιατί θεωρώ ότι στο πρόσωπό του κατακάθισε όλη η δυσαρέσκεια που τότε ξεκινούσε να υπάρχει εναντίον της κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή, ο Κώστας ήταν ένας άνθρωπος που δούλευε σκληρά 16 ώρες την ημέρα για να παράξει έργο. Και αυτό το έργο ίσως το επικοινώνησε λιγότερο καλά από όσο θα έπρεπε». 

Η τελευταία πρόταση φέρει ειδικό βάρος, γιατί ήταν η εταιρεία της κ. Μπακογιάννη «αία* relate» που είχε αναλάβει την επικοινωνία του αδερφού της.    

 

— Διάβασα το «Χιλή, Χιλή, πώς μπόρεσες να αλλάξεις τόσο ;» (Τα Νέα, 6-7/4/24), την κριτική της Ντίνας Σαρακηνού για το Η νυχτωδία της Χιλής του Ρομπέρτο Μπολάνιο. 

Παραθέτω: 

«Από τις εκδόσεις Άγρα κυκλοφορεί το μυθιστόρημα του βραβευμένου χιλιανού συγγραφέα Ρομπέρτο Μπολάνιο Η νυχτωδία της Χιλής, σε εξαιρετική μετάφραση του Κρίτωνα Ηλιόπουλου. “Η σημαντικότερη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνική φωνή της γενιάς του” όπως τον περιέγραψαν οι “New York Times”, έφυγε από τη ζωή μόλις στα 50 του χρόνια. Για το μυθιστόρημά του Τηλεφωνήματα, εκδόσεις Άγρα (2009), του απονεμήθηκε η ανώτατη λογοτεχνική διάκριση στη Χιλή, το Premio Municipal de Santiago de Chile το 1998. Ο τεράστιος Ρομπέρτο Μπολάνιο έζησε στο Μεξικό, στη Γαλλία και στο τέλος της ζωής του στην Ισπανία, δουλεύοντας σε διάφορα πόστα, από φύλακας σε καμπινγκ έως συλλέκτης σκουπιδιών, και έγραφε μόνο τις νύχτες που μπορούσε». 

Θα έπρεπε να είχα σταματήσει την ανάγνωση στο σημείο που η κ. Σαρακηνού γράφει ότι το Τηλεφωνήματα είναι μυθιστόρημα. Δεν είναι μυθιστόρημα, είναι συλλογή διηγημάτων. Στη συνέχεια θα έπρεπε να είχα σταματήσει όταν έγραψε λανθασμένα το βραβείο: δεν είναι Premio Municipal de Santiago de Chile, αλλά Premio Municipal de Literatura de Santiago. Θα έπρεπε, και πάλι, να είχα σταματήσει την ανάγνωση σε αυτό το «Ο τεράστιος Ρομπέρτο Μπολάνιο». Η κ. Σαρακηνού, που τυγχάνει και μέλος της κριτικής επιτροπής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας, θα περίμενε κανείς ότι θα είχε ξεπεράσει παρόμοιους χαρακτηρισμούς για συγγραφείς, ακόμα κι αν αυτοί είναι της κλάσης του Μπολάνιο. Θα έπρεπε όμως να είχα σταματήσει και σε αυτό το «και έγραφε μόνο τις νύχτες που μπορούσε», γιατί όταν θέλω να διαβάσω μυθοπλασία προτιμώ να διαβάζω συγγραφείς. Γράφει κι άλλα χαριτωμένα η κ. Σαρακηνού πριν φτάσει στο προκείμενο, την κριτική, που, δυστυχώς, λίγο παρεκκλίνει από το κείμενο που συναντάμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. 

— Διάβασα το «Θύματα σε λιμναίο ναυάγιο» (Βήμα, 7/4/24) του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου. Την κριτική του για το Ανάληψη του Ηλία Παπαμόσχου (Πατάκη: 2023). Ο κ. Χατζηβασιλείου συνηθίζει να γράφει ένα σχόλιο για το σύνολο του έργο του συγγραφέα μέχρι το κρινόμενο βιβλίο, πριν προχωρήσει στην εκάστοτε κριτική. Εδώ, πιστός στη μανιέρα του, συνεχίζει με μια αναφορά στα πραγματικά γεγονότα στα οποία βασίζεται το μυθιστόρημα του Παπαμόσχου και μετά κάνει μια εκτενή αναφορά και έναν παραλληλισμό με το μυθιστόρημα Το υπερωκεάνιο του Πιερ Ασουλίν (Πόλις, 2023). Στο τέλος, με 106 λέξεις, γράφει: «Ο Παπαμόσχος κινητοποιεί την κοινωνία της Καστοριάς στη μικροκλίμακά της, λίγο πριν και λίγο μετά το ναυάγιο, κάνοντας λόγο για την ίδια αίσθηση απουσίας κινδύνου, συνδυασμένη με τον ενθουσιασμό, όπως και στον Ασουλίν, για τις καινούργιες τεχνολογίες. Κι αν ο κοσμοπολιτισμός και η μεγάλη διεθνής πολιτική σκηνή του Ασουλίν τον απομακρύνουν αμέσως από τον Παπαμόσχο, ο τελευταίος θα στραφεί στις δικές του υπόγειες διαδρομές. Κι εκείνο που θα αναδειχθεί εδώ δεν θα είναι το ναυάγιο, αλλά οι αδικοχαμένοι επιβάτες, οι οποίοι ανεβαίνουν ημέρα της Αναλήψεως στους ουρανούς με όλες τις μυστικές προεξαγγελίες τους επιβεβαιωμένες και όλες τις ελπίδες τους σβησμένες. Σίγουρα, μια επιτυχία με πολύ νόημα». 

Σίγουρα, θα πω κι εγώ με τη σειρά μου, μια κριτική χωρίς απολύτως κανένα νόημα. Ποιος συγγραφέας, αλήθεια, που εκθειάζεται, θα βγει να πει ότι αυτά που γράφονται σε κριτική δεν έχουν και τόσο σχέση με το βιβλίο, ή ότι είναι τηλεγραφικά; Δεν υπάρχει πιο εύκολο πράγμα από μια διθυραμβική κριτική, ειδικά για ένα λογοτεχνικό έργο.    

— Διάβασα το «Τα χειροποίητα θαύματα και οι μεταμορφώσεις του Lapis Lazuli» (Καθημερινή, 6/4/24) της Μάρως Βασιλειάδου.

Παραθέτω:

«Το «Lapis Lazuli», ένα μεταμορφωσιγενές πέτρωμα που παρουσιάζει απρόβλεπτη συμπεριφορά κάτω από μεγάλη πίεση, δίνει το όνομά του στην πιο πρόσφατη δουλειά του Ευριπίδη Λασκαρίδη.

Στη διάρκεια του παθιασμένου, παρατεταμένου χειροκροτήματος της προχθεσινής πρεμιέρας στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, που κάλεσε πολλές φορές στη σκηνή τους πέντε ερμηνευτές –ανάμεσά τους και ο σκηνοθέτης– αναζητούσα τη σύνδεση του Lapis Lazuli με την παράσταση που είχαμε απολαύσει. Τη βρήκα στις μαγικές ιδιότητες του πετρώματος, στο ανεξήγητο και παραφυσικό που ο αλχημιστής Λασκαρίδης καταφέρνει πάντοτε να τοποθετεί στα έργα του μετατρέποντας τα ταπεινά υλικά του σε συναρπαστική ψυχαγωγία.

Τι είδαμε στη σκηνή; Μεταξύ άλλων, έναν άνδρα ντυμένο με στολή λυκάνθρωπου, έναν άλλο με ιατρική ποδιά και ζωγραφισμένη μάσκα αντί για πρόσωπο, μια αέρινη χορεύτρια με μακρύ λευκό νυχτικό, ένα δέντρο που περπατάει, ένα τζάκι που καπνίζει, έναν κινούμενο μαύρο όγκο που αλλάζει σχήμα όπως το σκοτάδι· ο νυχτερινός ουρανός ή ο θάνατος που τυλίγει τους ηθοποιούς – χορευτές.

Όποιος όμως νομίζει ότι μπορεί να αφηγηθεί τις ιστορίες που περιέχονται μέσα στο «λασκαριδικό» σύμπαν απογοητεύεται γρήγορα. Οι παραστάσεις αυτού του τόσο ιδιότυπου, αυθεντικού δημιουργού που είναι ταυτόχρονα εικαστικός καλλιτέχνης, χορογράφος, δραματουργός και δαιμόνιος κατασκευαστής, προορίζονται για την καρδιά μας, όχι για τη σκέψη. [...] Πολλές φορές κατά την 80λεπτη παράσταση, οι ερμηνευτές μάς απευθύνθηκαν σε μια γλώσσα ακατανόητη, στην οποία πού και πού αναγνωρίζαμε φθόγγους ή λέξεις σε διάφορες γλώσσες. Εμπόδισε αυτό την κατανόηση; Το αντίθετο, μας απάλλαξε από την τυραννία του νου που δεν μας επιτρέπει να πιστέψουμε στη μαγγανεία. [...] Γητευτής ευτελών υλικών, εφευρέτης μαγικών εικόνων που συνδέουν τα ταμπλό βιβάν των ευγενών του 19ου αιώνα με το λαϊκό θέατρο σκιών, τον Φρίντριχ Μουρνάου με τον Καρλ Γιουνγκ και τον τρόμο με την κωμωδία, ο Λασκαρίδης μέχρι την τελευταία ώρα της πρόβας εξελίσσει τη δομή της παράστασης».

Αυτή είναι σχεδόν η πλήρης κριτική της κ. Βασιλειάδου για την παράσταση του κ. Λασκαρίδη. Αν δεν κάνω λάθος πρόκειται για διθυραμβική κριτική. Το πρόβλημα όμως είναι ότι η κ. Βασιλειάδου δεν μας λέει τίποτα για το έργο. Το σύντομο κείμενο βρίθει διευκολύνσεων και αυτοματισμών: «Οι παραστάσεις [...] προορίζονται για την καρδιά μας, όχι για τη σκέψη». Γιατί; Τι ακριβώς θα πει αυτό και τι πρέπει να καταλάβει ο αναγνώστης; Ο κ. Λασκαρίδης παρουσιάζεται ως «αλχημιστής» που μας απαλλάσσει από την «τυραννία του νου» και μας επιτρέπει να πιστέψουμε στη «μαγγανεία». Αν κάποιος δεν έχει δει έργο του κ. Λασκαρίδη, το πιο πιθανό είναι να αποθαρρυνθεί από το κείμενο και να προσπεράσει την παράσταση. 

— Στην Εφ.Συν. διάβασα και μια συνέντευξη του κ. Λασκαρίδη με τίτλο «Βρίσκω έμπνευση στην αισθητική του αναπάντεχου» (6/4/24). Παραθέτω:  «“Το έργο απευθύνεται σε όσους αναγνωρίζουν πόσο συγκινητική είναι η αστεία πλευρά της ζωής, σε όσους δεν ψάχνουν μηνύματα και διδάγματα, σε όσους δεν παίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους” μας προειδοποιεί για τη νέα του παραγωγή που διανύει την απόσταση μεταξύ τρομακτικού και κωμικού για να αναρωτηθεί: πόσο απέχει τελικά μια κραυγή από ένα γέλιο;» 

Λίγες γραμμές παρακάτω, διαβάζουμε: 

[Ερ.] RELIC, ΤΙΤΑΝΕΣ, ΕΛΕΝΙΤ, Lapis Lazuli: αν τα έργα σας ήταν σταθμοί σε μια πορεία πώς θα τα χαρακτηρίζατε με λίγα λόγια; Τι τους έδωσε το όνομά τους;

[Απ.] Τα τρία πρώτα έργα θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς πλανήτες ενός γαλαξία, κάθε ένας με τον δικό του ξεχωριστό χαρακτήρα, αλλά συνδεδεμένοι με μια μαγική διαγαλαξιακή κλωστή. Το Lapis Lazuli από την άλλη φαίνεται να ανοίγει μια διαφορετική πόρτα προς ένα πιο τραχύ, ακατέργαστο και ίσως πιο σκοτεινό σύμπαν. Το όνομα κάθε έργου προέρχεται από διαφορετική διαδικασία και συχνά πρέπει να προηγηθεί των προβών ακόμα και ένα ή δύο χρόνια για λόγους παραγωγής. Αυτό φέρνει μια συναρπαστική άσκηση διερεύνησης των υποσυνείδητων συνδέσεών μου με το τελικό έργο».

Πώς άραγε να διαβάσει κανείς αυτή την απάντηση σε σχέση με τη δήλωση του κ. Λασκαρίδη ότι «το έργο [το lapis Lazuli] απευθύνεται σε όσους αναγνωρίζουν πόσο συγκινητική είναι η αστεία πλευρά της ζωής, σε όσους δεν ψάχνουν μηνύματα και διδάγματα, σε όσους δεν παίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους»; 

Και πάλι όμως, επαναλαμβάνω, ότι όλα αυτά δεν εξυπηρετούν τον σκοπό της προώθησης του έργου. Κριτικός και δημιουργός λειτουργούν και συμπεριφέρονται αποτρεπτικά προς την παράσταση, γιατί όσα γράφουν και λένε είναι αντιφατικά, κενά νοήματος και ασόβαρα. 

— Διάβασα το «500 Λέξεις» με τον Μένιο Σακελαρόπουλο (Καθημερινή, 7/4/24) σε επιμέλεια της Αλεξάνδρας Σκαράκη. 

«[Ερ.] Με ποιον τρόπο εμπλέκεται το προσφυγικό ζήτημα στην αφήγηση; Υπάρχουν πραγματικά στοιχεία στην ιστορία σας;

[Απ.] Εμπνεύστηκα τον «Αρχάγγελο των βράχων» όταν ακολούθησα τον Πάπα στην περιοδεία στις δομές προσφύγων στη Μυτιλήνη. Συγκλονίστηκα δίπλα στης γης τους κολασμένους. Έκανα κεντρικό ήρωα τον Ιρανό Ασκάν, που μου είπε ότι «στην πατρίδα μου ήμουν γιατρός και έσωζα ζωές, εδώ είμαι ένα σκουπίδι». Είδα αγγέλους και διαβόλους, και εμπλέκοντας πραγματικά στοιχεία έγραψα το βιβλίο, ορόσημο για εμένα, αφού είναι το εικοστό».

Ο συγγραφέας, στο εικοστό βιβλίο του, επιλέγει ήρωα και τον παρουσιάζει με τη φράση «στην πατρίδα μου ήμουν γιατρός και έσωζα ζωές, εδώ είμαι ένα σκουπίδι». Δεν είναι μόνο ο λαϊκισμός, είναι και το έλλειμμα φαντασίας. Ναι, θα αντιτείνει κανείς ότι δεν είναι φαντασία αλλά πραγματικότητα. Ακριβώς αυτό είναι το πρόβλημα. 

— Διάβασα το «Λογοτεχνική φωτιά που πλάθει την πιο σκληρή ύλη» (Καθημερινή, 7/4/24), την κριτική της Μαρίας Τοπάλη για το Ο χρόνος είναι μάνα του Ocean Vuong (μτφρ.: Δημήτρης Μαύρος, Gutenberg: 2023). Η κ. Τοπάλη σχολιάζει και τη μετάφραση. Και το αναφέρω αυτό γιατί είναι κάτι που δεν συνηθίζεται. Τα ευχολόγια για τις «εξαιρετικές» μεταφράσεις είναι το σύνηθες. 

Παραθέτω: «Η μετάφραση παρακολουθεί καλά τον ρυθμό και τη δομή των ποιημάτων αλλά, για λόγους που δεν μπορώ να δικαιολογήσω, καταφεύγει σε βεβιασμένα παράξενες επιλογές για να αποδώσει απλούστατες λέξεις: το drying γίνεται “ανυγραίνονται”, το good sweater “παχύ πουλόβερ”, το scavengers “περισυλλέκτες”».