Βιβλιοθήκη Παραθέματα Θεοτοκάς Γιώργος
Θεοτοκάς Γιώργος
Γέννηση: Kωνσταντινούπολη 1905
Θάνατος: Aθήνα 1966
Έργα
1.

Τα νησιά είναι για μένα ένα ζήτημα ερωτικό κι ο έρωτας δεν εξηγιέται με επιχειρήματα, αλλά όποιος τον αισθάνεται καταλαβαίνει αμέσως, οι άλλοι ό,τι θέλουν ας λένε.
    Το πνεύμα των νησιών του Αιγαίου δεν είναι ένας τοπικισμός, είναι μια άποψη του κόσμου.

1 Νοεμβρίου 1939. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 113.
2.

Άνθρωπος που δεν έχει δεχτεί ποτέ την επίδραση του γαλλικού πνεύματος μου δίνει την ίδια περίπου εντύπωση που θα μου έδινε κάποιος που ποτέ στη ζωή του δεν έκαμε μπάνιο.

11 Ιουλίου 1944. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 481.
3.

Έχω τη υποψία ότι υπάρχει τουλάχιστον μια αδικία που η Επανάσταση δε θα καταφέρει να τη διορθώσει. Αποκλείεται να κάνει τις άσκημες γυναίκες να γίνουν όμορφες. Είναι όμως κάμποσες άσκημες γυναίκες που δεν το έχουν καταλάβει και πεθαίνουνται τόσο άδικα!

13 Φεβρουαρίου 1943. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 397.
4.

Όταν ένας άνθρωπος αρχίζει να μην παραδέχεται την αξία κανενός τριγύρω του, θα πει πως αρχίζει να αισθάνεται ότι χάνει τη ζωή του. Χαμένος αυτός, θέλει να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι είναι όλοι χαμένοι και ίσοι μες στην αποτυχία. Με τον τρόπο του επιδιώκει κι αυτός την ισότητα.

18 Ιανουαρίου 1939. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 53.
5.

Όταν νιώσω πως ένας γραφιάς είναι φαύλος, τον εκδικούμαι με τρόπο απλό και οριστικό: παύω να τον διαβάζω. Μεγαλύτερο κακό δεν είναι στο χέρι μου να του κάνω και εξάλλου βρίσκω πως άλλη τιμωρία περιττεύει.

20 Νοεμβρίου 1942. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 382.
6.

Ένας συγγραφέας που γράφει ένα θεατρικό έργο που δεν μπορεί να παιχτεί είναι σαν ένας άνθρωπος που κάνει ένα λευκό γάμο. Από την άλλη μεριά όμως εκείνος που γράφει έργα που μονάχα παίζουνται (και συχνά μ’ επιτυχία) αλλά δεν αντέχουνε στο διάβασμα, δεν κάνει τίποτα περισσότερο από ένα σεναρίστα ή συγγραφέα επιθεωρήσεων.

28 Δεκεμβρίου 1941. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 326.
7.

Μα τα πλήθη (κι ακόμα περισσότερο τα πλήθη των νέων) θέλουνε σήμερα «λύσεις» ―άμεσες, ριζικές, οριστικές, με όλα τα μέσα, με κάθε θυσία― δηλαδή τελικά έναν οπλισμένο αφέντη, που να διδάσκει και μια κοσμοθεωρία και να σκοτώνει τους αντιφρονούντες...

28 Ιουλίου 1946. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 578.
8.

Νομίζω πως η φυσική κατάσταση της ανθρωπότητας είναι μια τρέλα ήπια, μετριοπαθής, λανθάνουσα, που έχει συνήθως την εξωτερική όψη της σωφροσύνης, μα που εύκολα όταν βοηθήσουν κατάλληλες συνθήκες κυλά στον πλέριο παραλογισμό.

3 Ιουνίου 1943. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 423.
9.

Δεν είναι αλήθεια εκείνο που λένε πολλοί και που το έγραψα και εγώ άλλοτε ότι, την ώρα της ηδονής, όλες οι γυναίκες είναι ίδιες. Δεν είναι ίδιες. Μα, σαν ήμουν νέος, μέσα στον έρωτα δεν έβλεπα παρά μόνο τον εαυτό μου. Τώρα βλέπω και τις γυναίκες.

3 Νοεμβρίου 1939. Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε., [1987]. 114-115.
10.

Δεν έχουν ακόμα οι ελληνικοί εγκέφαλοι τη δύναμη να απλωθούν ελεύθερα στον κόσμο των ιδεών και σε κάθε βήμα, στη φιλοσοφία, στην αισθητική, στην ιστορία, στις κοινωνικές επιστήμες, ακόμα και στη γλωσσολογία, γυρεύουν την απόλυτη Αλήθεια, δηλαδή μια φυλακή.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 20.
11.

Την έλλειψη αληθινής πνευματικής ανάπτυξης φανερώνει καλά κι η έλλειψη ανοχής και ψυχραιμίας που χαραχτηρίζει σχεδόν πάντα τις ελληνικές συζητήσεις. Όταν εκδηλωθεί μια διαφωνία, η πρώτη δουλειά των Ελλήνων διανοουμένων είναι να αρνηθούν ολότελα τη σημασία του αντιπάλου.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 20.
12.

Το Δαιμόνιο δε σκοτίζεται αν θα ωφελήσει ή θα βλάψει. Ο σκοπός του είναι να βγει στο φως γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, γιατί η δημιουργία είναι μια ακράτητη ανάγκη του δημιουργού, ανάγκη ίσως πιο τυραννική κι από την ανάγκη της αισθησιακής απόλαυσης. [...] Οι άνθρωποι που ζητούν από τον ποιητή να θέσει ως σκοπό των προσπαθειών του την εθνική ή κοινωνική ωφέλεια, να εξυπηρετήσει εθνικές ή κοινωνικές ανάγκες, δείχνουν πως δεν μπορούν να διακρίνουν το αληθινό ανάστημά του.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 31-32..
13.

Το έργο τέχνης είναι ένα θαύμα. [...] Λέγοντας εδώ «θαύμα», θέλω να πω ότι το έργο τέχνης, πλεόνασμα εσωτερικών δυνάμεων που τείνουν προς την εξιδανίκευση του ίδιου του εαυτού τους, είναι ένα πράμα που δεν χωρεί μες σε συστηματικές κατατάξεις και σε αντικειμενικούς κανόνες.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 31.
14.

Το ελάττωμα των νεοελληνικών γραμμάτων δεν είναι ότι δέχτηκαν πολλές επιδράσεις, αλλά ότι δεν ανταπόδωσαν τίποτα. Μια λογοτεχνία αποχτά διεθνή σημασία όταν αρχίσει και να επιδρά, χωρίς βέβαια να παύει ποτέ να επιδράται. Η λογοτεχνία μας ώς σήμερα φάνηκε αποκλειστικά παθητική.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 37.
15.

Μια ματιά στη νεοελληνική πεζογραφία αρκεί για να καταλάβουμε πως οι σπουδαιότεροι πεζογράφοι μας, αυτοί που σημειώνουν σταθμό στην πνευματική εξέλιξή μας, που δημιουργούν ρεύματα, που χαράζουν κατευθύνσεις, δεν είναι καθαροί λογοτέχνες αλλά κριτικοί συγγραφείς: Ψυχάρης, Ροΐδης.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 38.
16.

Το έργο τέχνης τείνει να εκφράσει το βαθύτερο νόημα της ζωής μέσα από μια ατομικότητα. Υπακούει στον ιδιαίτερο νόμο αυτής της ατομικότητας γιατί δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη ζωή που του προσφέρει αυτή. Το έργο του ποιητή είναι σάρκα από τη σάρκα του, αίμα από το αίμα του. Δεν είναι μια αντικειμενική παρατήρηση των εξωτερικών συνθηκών, μια ξερή αντιγραφή μορφών και έκθεση γεγονότων, όπως φαντάστηκαν τη λογοτεχνία οι Έλληνες ρεαλιστές. Είναι ένα πλεόνασμα εσωτερικών δυνάμεων που ξεσκίζει έναν άνθρωπο για να βγει στο φως, και που βγαίνει ζυμωμένο με το βαθύτερο είναι του, με τον παλμό της ύπαρξής του, με την αγωνία της ψυχής του, με τον πόνο του, τον πόνο του τοκετού. Το έργο τέχνης, ξεχείλισμα εσωτερικής ζωής, είναι το πιο ατομικιστικό φαινόμενο. Αλλά όσο βαθύτερα είναι ατομικιστικό τόσο βαθύτερα βυθίζεται μες στη ζωή, τόσο περισσότερο πλησιάζει τον Άνθρωπο.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 43.
17.

Κάθε Έλληνας, από τη μέρα που ανοίγει τα μάτια του στον κόσμο, αισθάνεται πολύ μεγάλη όρεξη να ιδρύσει κόμμα. Είναι φυσικό να εκδηλώνεται αυτή η ψυχική ανάγκη και στις πιο ανυστερόβουλες πνευματικές ενασχολήσεις. Για να συζητήσουν οι Έλληνες, πρέπει να διαιρεθούν σε παρατάξεις. Χρειάζεται όμως μια πρόφαση.

Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 8.
18.

Οι ξαφνικές αυτές αστραπές ιδιοφυΐας δημιούργησαν ένα είδος παράδοση ή θρύλο. Έκαμαν τους Έλληνες να πιστεύουν πως φωλιάζει στο έθνος τους ένας εσωτερικός δαίμονας, πάντα ζωντανός, απροσδιόριστος, που τα έργα του είναι απρόβλεφτα, μα που θα ήταν επικίνδυνο να μην τον λάβει κανείς υπό σημείωση. Είναι το «ελληνικό δαιμόνιο», που το λένε αλλιώς «ο θεός της Ελλάδας», θεότητα εθνική και γήινη κατ’ εξοχήν. Δεν είναι δύναμη υπεράνθρωπη. Είναι, σα να πούμε, το σύνολο που αποτελούν οι ικανότητες ευφυΐας, διαίσθησης και δημιουργίας του ελληνικού λαού, δυναμωμένες από την ώθηση των προγόνων, είναι τουτέστι πνεύμα. Αλλά είναι πνεύμα που η ομαδική φαντασία τού έδωσε πλαστική προσωπικότητα και αξία συμβόλου, όπου μπερδεύεται καμιά φορά και κάποια δεισιδαιμονία.

«Εθνική συνείδηση», 1943. Πνευματική πορεία. Εκδοτικός οίκος Γ. Φέξη, 1961. 74-75.
19.

[Ο Ελευθέριος Βενιζέλος] ήτανε προ παντός καλλιτέχνης, ένας καλλιτέχνης που εκφραζότανε με τις γραμμές της δράσης, με το ρυθμό των γεγονότων, με την εναρμόνιση των περιστάσεων, με τον κομψό και πνευματώδη χειρισμό των μεγάλων και τυφλών ομαδικών δυνάμεων, ένας άνθρωπος που είχε συλλάβει ένα style, ένα ύφος, στην υπηρεσία της Ελλάδος. Κανείς δεν το καταλάβαινε ακόμα, ίσως γιατί οι Έλληνες της βενιζελικής γενεάς δεν είχανε ακόμα φτάσει στο κατάλληλο επίπεδο της καλλιτεχνικής ανάπτυξης, μα ασφαλώς η γοητεία του ακτινοβολούσε νικηφόρα ολόγυρά του, κατακτώντας τα άτομα και τις ομάδες, ήταν υποσυνείδητα η γοητεία ενός καλλιτεχνικού ύφους. Και το μίσος ήταν ανάλογο. Ήταν η αφρισμένη και αδιάλλακτη μνησικακία. [...] Ήταν το ίδιο φοβερό μίσος που γνωρίζουν και θα γνωρίζουν στους αιώνες οι αληθινοί καλλιτέχνες όλων των ειδών, τριγυρισμένοι πάντα από ένα πλήθος φανερούς ή ανομολόγητους εχθρούς.

Θ. Διαμαντόπουλος, Ο Βενιζελισμός, Α΄. Εκδόσεις Σάκκουλα, 1985. 180-181.