Βιβλιοθήκη Παραθέματα Σινόπουλος Tάκης
Σινόπουλος Tάκης
Γέννηση: Aγουλινίτσα 1917
Θάνατος: Πύργος 1981
Έργα
1.

Η Ελλάδα ταξιδεύει χρόνια μέσα στην Ελλάδα
ακολουθώντας το χυμένο αίμα το σπαταλημένο.
 
Αίμα σταλαματιές κυλάνε στάζουν κάτω στον Άδη.
 
Πέφτουν απάνω στους νεκρούς οι σκοτωμένοι
αλλάζουν θέση δεν ξυπνάνε.
 
Μόνο το χέρι τους υψώνεται και δείχνει τη μεριά που
περπατάνε οι δολοφόνοι.
 
Η Ελλάδα ταξιδεύει χρόνια ανάμεσα στους δολοφόνους.

«Ακόμη μια νύχτα», XVI. Χρονικό, 1975. Συλλογή ΙΙ. Ερμής, 1980. 182.
2.

[...] Η Ελένη
σώμα σιωπής κλεισμένο νόμισμα σπηλιά όπου κατεβαίνεις
ολοένα στα τυφλά ― τόσοι πολεμιστές
βουλήθηκαν να το κουρσέψουνε σε πολιτείες κινδύνων.

«Άσμα XI», 12-15. Άσματα, 1953. Συλλογή Ι. Ερμής, 1976. 77.
3.

Τάχα σε ποιες ημέρες βρίσκεται η καταγωγή τούτου του πόνου
εκεί που ακινητούνε τα όνειρα και μοιάζουν γεγονότα.

«Άσμα XI», 24-25. Άσματα, 1953. Συλλογή Ι. Ερμής, 1976. 77-78.
4.

Θέλω να καταλάβετε πως μ’ έχτισαν.
Κι αυτός. Κι η μάνα του. Κι οι πράξεις μου.

«Η εκδοχή της Ιωάννας», 1-2. Το Άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου, 1961. Συλλογή Ι. Ερμής, 1976. 247.
5.

Αν ζει αν υπάρχει ακόμα η ποίηση τούτο το χρωστάμε σε κείνη την ασήμαντη την ταπεινή ρωγμή που λησμόνησαν οι θεοί στο σφαλισμένο παράθυρο της σιγουριάς και της άμυνας των ανθρώπων.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 315.
6.

Η αναζήτηση της αλήθειας ή του θαύματος πέρα από την τυπική χρήση των λέξεων σε ωθεί σ’ αποκαλύψεις που ποτέ δεν υποπτεύθηκες σχέσεις της μνήμης και του χρόνου με το σώμα σου αναγκαιότητες των σπλάχνων σου ξεριζώματα απ’ την ίδια σου την ύπαρξη τόσο οδυνηρά που τότε μόνο νιώθεις πως οι λέξεις και τα πράγματα ζούνε μιαν αυθύπαρκτη ζωή και σε πείσμα της νομιμότητας αναζητούν μια καθαρότερη έκφρασή τους.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 315.
7.

Μιλώντας τόσο πολύ για την πείνα ξεχάσαμε να προστατέψουμε το ψωμί. Τώρα στο ερμάρι τα ποντίκια χαίρονται τρομαχτικές ελευθερίες.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 315.
8.

Το ποίημα ποτέ δεν είναι παρόν. Είναι μονάχα παρελθόν και μέλλον. Ανάμνηση και προσμονή. Απουσία από τα πράγματα και προβολή σε μια πραγματικότητα που υπήρξε ή θα υπάρξει κάποτε μέσα σε μια άξαφνη στιγμή που θάναι τότε όλος ο χρόνος.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 315.
9.

Πίσω από την καθημερινή κόλαση των λέξεων τα ποιήματα ανασαίνουν ζωντανά και το καθαρό τους νόημα καθρεφτίζει παντού μια φανταστική ευτυχία που ποτέ δε θα πυρποληθεί.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 317.
10.

Αυτός επάλευε με τα βουνά. Λοιπόν τον καταβρόχθισαν οι λάκκοι απέξω από το σπίτι του.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 317.
11.

Ανάμεσα στην πραγματικότητα και σε μένα υπάρχει ο μύθος της πραγματικότητας όπου τα πράγματα χαίρονται την παράλογη πλευρά της ύπαρξής τους.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 317.
12.

Για κάθε ποίημα ισχύει ένας κανόνας. Ό,τι κυκλοφορεί σε πρώτη αίσθηση σαρώνεται από μιαν άλλη αίσθηση που φέρνει στην επιφάνεια εκθαμβωτικές αποκαλύψεις.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 318.
13.

Κάθε καινούργιος έρωτας σου δίνει ένα άλλο πρόσωπο σε φέρνει ν’ αντιμετωπίσεις ακόμη μια φορά τη μοναξιά σου. Όταν ο έρωτας φύγει το κενό θυμίζει χώρο εγκλήματος.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 320.
14.

Γ.Σ.
Πάντα τον φανταζόμουν να γράφει τα ποιήματα ισοζυγιάζοντας τη γλώσσα της συνείδησης με τη συνείδηση της γλώσσας του.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 321.
15.

Ας αφήσουμε τα λόγια. Γνώση του ποταμιού σημαίνει νάσαι μέσα στο ποτάμι.

Η ποίηση της ποίησης, 1964. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 323.
16.

Ξύλα και ξύλα στη φωτιά, πίσω απ’ τα κάψαλα τόσα
χαμένα χρόνια.
 
Φράξαμε το παράθυρο. Ποιος ακουμπάει τα χέρια πάνω
στον καιρό;
 
Ήρθε η φωνή από τις ρωγμές, ήρθε ένα φως.
 
Δεν ήτανε δικό σου. Ο θάνατος που έλεγα έκαιγε
απέξω.

«Ήρθε ένα φως», 9-15. Πέτρες, 1972. Συλλογή ΙΙ. Ερμής, 1980. 39.
17.

Δάκρυα πολλά με καίγανε, μονάχος κι έγραφα, τι ήμουν
εγώ, μιλώντας έτσι με,
 
χρόνια και χρόνια ζωντανεύοντας χαμένα πρόσωπα, κι απ’
τα παράθυρα έμπαινε
 
δόξα, χρυσό σκοτεινιασμένο φως, τριγύρω μπάγκοι και
 
τραπέζια και παράθυρα, καθρέφτες ως τον κάτου κόσμο. Κι ήρθανε
ο ένας μετά τον άλλο ξεπεζεύοντας,
ο Πόρπορας, ο Κονταξής, ο Μάρκος, ο Γεράσιμος,
μια σκούρα πάχνη τ’ άλογα κι η μέρα όπως ελόξευε
σε μουδιασμένο αιθέρα, ήρθανε ο Μπίλιας, ο Γουρνάς,
γύφτοι γραμμένοι στο μισόφωτο, κι ο Φάκαλος.

«Νεκρόδειπνος», 1-12. Νεκρόδειπνος, 1972. Συλλογή ΙΙ. Ερμής, 1980. 73.
18.

Ήρθαν οι μέρες του σαράντα τέσσερα
κι οι μέρες του σαράντα οχτώ.
Κι από την Πελοπόννησο ώς την Λάρισα
βαθύτερα ώς την Καστοριά,
πάνω στο χάρτη μαύρο μόλεμα,
η Ελλάδα σύντομη ανασαίνοντας―
Πάσχα στην έρημη Κοζάνη μετρηθήκαμε,
πόσοι έμειναν ψηλά, πόσοι κατέβηκαν
πέτρα, κλαδί, κατήφορος,
το σκοτεινό ποτάμι.

«Νεκρόδειπνος», 88-97. Νεκρόδειπνος, 1972. Συλλογή ΙΙ. Ερμής, 1980. 77.
19.

Πώς μ’ ένα αστέρι η νύχτα γίνεται πλωτή.

«Νεκρόδειπνος», 115. Νεκρόδειπνος, 1972. Συλλογή ΙΙ. Ερμής, 1980. 78.
20.

Χρόνια τώρα. Κάθε πρωί ξυπνάω αρτιμελής και κάθε νύχτα κοιμάμαι ευνουχισμένος.

Νυχτολόγιο, 1978. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 250.
21.

Κάθε λέξη που γράφεις είναι συνένοχη με το νοηματικό περιεχόμενο όλου του κειμένου σου. Δεν υπάρχουν ελεύθερες λέξεις. Όλες οι λέξεις γίνονται ένοχες-συνένοχες, καταπιέζοντας η μια την άλλη, συμπαρασύροντας η μια την άλλη, για να βγει  αυτό που προσπαθείς να πεις.

Νυχτολόγιο, 1978. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 265.
22.

Στη γλώσσα της ποίησης σημασία έχει μόνο αυτό που βλέπεις (διαβάζεις) γραμμένο αλλά και το άλλο που δεν βλέπεις γραμμένο. Αυτό που κάποτε ακούγεται σα δεύτερος ήχος στα ενδιάμεσα των συλλαβών και των λέξεων ―δεν είναι η σιωπή, μη βιάζεσαι― είναι ο ήχος που αφήνουν οι λέξεις όταν οι συλλαβές κι οι λέξεις τρίβονται ―τα κόκκαλά τους τρίβονται― η μια με την άλλη.

Νυχτολόγιο, 1978. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 266.
23.

Τον προδομένο όλοι τον προδίνουν.

Νυχτολόγιο, 1978. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 291.
24.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.
 
Ο Ποιητής μοιράζεται στα δυο.

«Ο καιόμενος», 14-16. Μεταίχμιο, Β´, 1957. Συλλογή I. Eρμής, 1976. 107.
25.

Μου έλεγε πως τώρα κυνηγούσε να πετύχει το απόλυτο. Και δεν παραξενεύτηκα που αργότερα από μάστορας εγίνηκε κοινός σφαγέας.

Ο χάρτης, 1977. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 192.
26.

Κι εσύ κοιμάσαι; γιατί κοιμάσαι;

Ο χάρτης, 1977. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 203.
27.

Υπάρχουν πολλοί, ονειρεύονται πως ζούνε ακόμα. Ο χρόνος παίζει μέσα τους, όπως ο αέρας σ’ ένα σπασμένο σωλήνα.

Ο χάρτης, 1977. Συλλογή II. Eρμής, 1980. 216.
28.

Μετρώντας πόσος θάνατος του περίσσευε και πριν και μετά από κάθε ποίημα.

«Περίπου βιογραφία», 36-37. Νεκρόδειπνος, 1972. Συλλογή ΙΙ. Ερμής, 1980. 84.