O φιλόσοφος ομοιάζει προς ιατρόν· όπως πάσα η σπουδή της ιατρικής στρέφεται περί το τέλος, δηλ. την υγίειαν, ούτω τέλος πάσης φιλοσόφου ζητήσεως είναι η ευδαιμονία.
Κεφάλαιον της ευδαιμονίας είναι η αρετή, το άκρον και μόνον αγαθόν, ή, μάλλον ειπείν, αρετή και ευδαιμονία είναι έν και το αυτό πράγμα· και ό,τι μεν συμβάλλεται εις ταύτας είναι αγαθόν, ό,τι δε αντίκειται, κακόν.
Η ύπαρξις έθνους υποτίθησιν ύπαρξιν λαού, η δε ύπαρξις λαού προϋποτίθησι πάλιν την ύπαρξιν φύλων ή φυλής. Η φυλή, ο λαός και το έθνος είναι επομένως οι παράγοντες, οίτινες υποδηλούσι τα διάφορα στάδια της ιστορικής αναπτύξεως ενός αθροίσματος ανθρώπων ή όπως άλλως θέλει να ονομάση τις το πλήθος εκείνο, όπερ προσλαμβάνει βαθμηδόν την προσηγορίαν φυλής, λαού και έθνους.
Φυλαί και λαός διαφέρουσι κατά τούτο κυρίως, ότι εκείναι μεν εκπροσωπούσι τας φυσικάς ιδιότητας, ούτος δε τας κοινωνικάς μάλλον και τας ηθικάς. Η φυλή, εν τη αρχεγόνω αυτής καταστάσει, ουδένα έχει εκπολιτευτικόν βίον, ουδεμίαν ανάπτυξιν, επομένως ουδεμίαν ιστορίαν· ο λαός απ’ εναντίας (δηλαδή η εις λαόν ανεπτυγμένη φυλή) κέκτηται εσωτερικόν βίον, ιστορικήν ανάπτυξιν και επομένως ιστορίαν.
Η παράταξις του ελληνισμού και του ρωμαϊσμού είναι το μάλλον αξιοσημείωτον διά τας συνεπείας αυτού ιστορικόν φαινόμενον των χρόνων εκείνων. Ο άξεστος αλλά στιβαρός και εμβριθής ρωμαϊσμός ωφελήθη μεν τα μέγιστα εκ της προσλήψεως ελληνικών στοιχείων, απώλεσεν όμως την αυτοτελή αυτού ανάπτυξιν. Το ρωμαϊκόν πνεύμα ήτο το αντίστροφον του ελληνικού· εστερούντο επί πάσιν οι Ρωμαίοι της αντιληπτικής οξύτητος και του δημιουργικού πνεύματος, δι’ ων οι Έλληνες προσωκειούντο, μετεσχημάτιζον και εποίουν όλως ιδιόρρυθμον και ιδιοφυές παν ξένον στοιχείον.
Το κράτος των νεωτέρων διαφέρει του κράτους των αρχαίων κατά τούτο, ότι εκείνο μεν υπάρχει ένεκα των πολιτών, εν τούτω δε οι πολίται υπήρχον ένεκα του κράτους.
Οι Έλληνες είναι φύσει μισάλληλοι. Πάντων δε μισαλληλότατον είναι των Ελλήνων λογίων το γένος.