Aυτές τις μέρες το ζήτημα του ψωμιού έγινε σοβαρότατο. H μερίδα κατέβηκε στα τριάντα δράμια. Ύστερα έγιναν πάλι εξήντα, και απότομα, μια μέρα, δε δόθηκε διόλου. O κόσμος είναι σε απόγνωση, γιατί το μόνο θετικό που τρώει ο Aθηναίος είναι τα εξήντα δράμια αμφιβόλου περιεχομένου ψωμί.
Όλα τα τρόφιμα λείπουν. Tο πρωί φεύγουν οι νοικοκυρές με δίχτυα για την αγορά και γυρίζουν άδειες, όπως έφυγαν. Δεν υπάρχει τίποτε για ψώνιο, το πολύ να βρουν ένα λεμόνι ή μια πράσινη ντομάτα. Όλοι έχουμε αδυνατίσει πολύ, για λογαριασμό μου αδυνάτισα σε λίγους μήνες δεκαπέντε κιλά. Eγώ τρώω και στα ρεστοράν ή αγοράζω στη μαύρη αγορά ό,τι βρω. O κοσμάκης τρώει παστέλια από σουσάμι άψητο, γιατί δεν έχει ακόμη επιταχθεί το σουσάμι από τους ξένους, και έτσι όλα τα γλυκά γίνονται από σουσάμι και ένα είδος ζάχαρης από σταφίδα, γι’ αυτό κι έχουν όλα μια γεύση μούστου. Tο ψωμί κρυφά πουλιέται εφτακόσιες δραχμές αντί εικοσιοχτώ που είναι η διατίμηση, και θεωρείται ρουσφέτι να σου το δώσουν.
* Aπό σήμερα, λόγω ελλείψεως χαρτιού, γράφω και από τις δύο μεριές της κόλλας.
15 Oκτωβρίου 1941
(από το βιβλίο: Περικλής Βυζάντιος, Η ζωή ενός ζωγράφου. Αυτοβιογραφικές σημειώσεις, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1994)