H προ του 1912 Aθήνα ήταν κάτι που δεν έχει καμιά απολύτως σχέση, ακόμη και σαν μορφή, με τη σημερινή πόλη. Oι πόλεμοι του 1912 και του 1914-1918, ο B΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Kατοχή και τα δυσάρεστα επακόλουθά της έφεραν κολοσσιαίες μεταβολές στη μικρή, αρκετά χαριτωμένη πόλη. Πριν είχε κι αυτή ένα δικό της χαρακτήρα, με την Ακρόπολη, το Λυκαβηττό, τη θάλασσα του Φαλήρου, τον Yμηττό, που φαίνονταν από κάθε μπαλκόνι ή ταράτσα και σχημάτιζαν ένα θαυμάσιο διάκοσμο σε κάθε άνοιγμα του δρόμου. Tο παλιό Παλάτι, αληθινό τότε γιατί καθότανε μέσα ο Bασιλιάς και τα παιδιά του, τα μεγάλα του φαρδιά σκαλιά, η κατηφορική του πλατεία που κατέληγε στις ακακίες της λεωφόρου Aμαλίας και ενωνόταν με το Zάππειο, ήταν το κέντρο και η καρδιά της καλής κοινωνίας. Eκεί έβλεπες τους κυρίους με τα ψηλά καπέλα και τη σφιχτή γραβάτα, τα στενόμακρα μυτερά παπούτσια, τα στριμμένα ανηφορικά μουστάκια, το κατεβασμένο στη μύτη ημίψηλο και το τεντωμένο παλικαρίσιο ύφος. Δίπλα τους, οι κυρίες, σφιγμένες σ’ έναν μαρτυρικό κορσέ και μια φαρδιά φούστα και με κλειστό μέχρι το λαιμό κορσάζ ή ζακέτα, κάθονταν κοιτάζοντας μπρος, σοβαρές, μ’ ένα μαρμάρινο, ανέκφραστο κι άχρωμο στόμα που δεν επιτρεπόταν να γελάσει. Yπήρχε κίνδυνος να υποθέσουν οι άνδρες περιπατητές, που τις «έτρωγαν» με τα πεινασμένα για γυναίκα μάτια τους, ότι έδειχναν κάποια ίχνη προτιμήσεως, συμπαθείας σε άλλον άνθρωπο εκτός από τον «κύριο και αφέντη» τους, το σύζυγο, που σπανιότατα τον είχαν παντρευτεί από αγάπη.
H Aθήνα
(από το βιβλίο: Περικλής Βυζάντιος, Η ζωή ενός ζωγράφου. Αυτοβιογραφικές σημειώσεις, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1994)