Skip to main content
Δευτέρα 07 Οκτωβρίου 2024
Όλα τη νύχτα
Δρίτσιος Θωμάς

Με τις πρώτες δρασκελιές στο Αλβανικό έδαφος, πρωταρχική έγνοια –κι εντολή, βέβαια– ήταν η κάλυψη. Στα ελληνικά σύνορα, που πριν λίγο ήμασταν εμείς, είναι δυνατό να έχουν, κιόλας, εγκατασταθεί παρατηρητήρια του κυβερνητικού στρατού, απ’ όπου με κυάλια μπορούσαν να παρακολουθούν τις κινήσεις μας. Αλλά και οι Αλβανικές αρχές, για τις αιτίες που αναφέρθηκαν, είχαν λόγους να κρατηθεί όσο γίνεται μυστικό και το πέρασμα από τα σύνορά τους, οι κινήσεις και η παραμονή μας στη χώρα τους. Πολύ αργότερα, όταν στο έδαφός τους δεν θα υπάρχει πια ούτε ένας μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού, η Αλβανική κυβέρνηση, μ’ επίσημη ανακοίνωσή της, θα επιβεβαιώσει αυτό, που για τις ελληνικές αρχές ήταν κάτι περισσότερο από πεποίθηση: ότι, δηλαδή, «ορισμένα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού πέρασαν τ’ Αλβανικά σύνορα και αφοπλίστηκαν» και ότι «σήμερα στην Αλβανία παραμένουν μόνο μερικοί αιχμάλωτοι του κυβερνητικού στρατού, τους οποίους η Αλβανία είναι έτοιμη να τους παραδώσει στις ελληνικές αρχές…»
    Κάλυψη λοιπόν, και στο ξένο έδαφος.
    Την προσφέρανε αλλού δασωμένες πλαγιές, αλλού πυκνοί θάμνοι, φτέρες, η σκαμμένη ανώμαλη γη.
    Κάλυψη, ώσπου να νυχτώσει για καλά. Αλλά και ώς ότου προσανατολιστούμε πού περίπου βρεθήκαμε, πάρουμε επαφή με τη διοίκηση της μονάδας και συγκεντρωθεί το τμήμα. Ώσπου να ’ρθουν οι αθέατοι, την ημέρα, Αλβανοί σύνδεσμοι να μας παραλάβουν.
    Πείνα;
    Δεν λέγεται… Τα ξεροκόμματα που ’χαμε στο σακίδιο, φαγώθηκαν κατά τη φυγή. Μαζεύουμε τώρα τα ψίχουλα και τα καταπίνουμε.
    Δίψα;
    Έχει στεγνώσει το σάλιο και στο παγούρι ούτε σταγόνα.
    Κούραση;
    Έτοιμοι να χαθούμε στον ύπνο μόλις αποκοτήσουμε να γείρουμε για λίγο πάνω στο χώμα.
    Λούφα, κάλυψη, μυστικότητα.
    Μια συνεχής, παρατεινομένη μυστικότητα, που εκνευρίζει. Μια μυστικότητα, που θα μας βασανίζει για βδομάδες και μήνες.
    «Πού πάμε;», ρωτούσαμε χαμηλόφωνα.
    «Όπου μας πάνε», απαντούσανε μερικοί παραδομένοι στη μοίρα.
    Πού πάμε, αλήθεια;
    Κανείς, ούτε οι διοικητές των τμημάτων μας, ξέρανε.
    Είχε περάσει τα σύνορα, αν όχι με δάφνες και τιμητικές φρουρές από πολύ νωρίτερα πάντως, καβάλα στ’ άλογα και τώρα, απ’ τα Τίρανα, σε συνεννόηση με την Αλβανική ηγεσία, κατηύθυνε και το πέρασμα και όσα έμελλε ν’ ακολουθήσουν.

(από το βιβλίο: Θωμάς Δρίτσιος, Από τον Γράμμο στην πολιτική προσφυγιά, Δωρικός, 1983)